1ο ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Χαίρω καί εὐφραίνομαι, καθώς βλέπω σήμερα τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ νὰ καλλωπίζεται μέ τό πλῆθος τῶν ἰδικῶν του τέκνων καί μέ πολλὴν χαρὰν νά ἔχετε ἔλθει όλοι σας. Διότι όταν στρέψω τα μάτια μου πρός τά χαρούμενα πρόσωπά σας, συμπεραίνω περίτρανα την ψυχικήν σας εὐχαρίστησιν, καθώς και κάποιος σοφός ἔλεγεν· «Ὄταν ἡ καρδία εὐφραίνεται, τό πρόσωπον είναι χαρούμενον».
Διὰ τοῦτο λοιπόν καί ἐγώ ὁ ἴδιος μέ μεγαλυτέραν προθυμίαν ἠγέρθην σήμερα, διά νά γίνω συγχρόνως καὶ μέτοχος τῆς πνευματικής σας χαρᾶς αὐτῆς καί επειδή θέλω να σᾶς ἀναγγείλλω τήν ἔλευσιν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ ὁποία εἶναι τό φάρμακον τῶν ἰδικῶν μας ψυχῶν.
Διότι, ὅπως ἀκριβῶς ὁ φιλόστοργος πατέρας, ὁ Κύριος όλων μας ἐπιθυμῶν νά μᾶς ἀπαλλάξῃ τελείως από τάς ἁμαρτίας, ποὺ ἔχομεν διαπράξει εἰς ὅλην μας την ζωήν, ἐπενόησε δι' ἡμᾶς τὴν θεραπείαν καί μέ τήν ἁγίαν νηστείαν.
Κανείς λοιπόν ἂς μή γίνεται κατηφής, κανείς ἂς μή φαίνεται σκυθρωπός, ἀλλὰ ἂς σκιρτᾷ καὶ ἂς χαίρεται καὶ ἂς δοξάζη ἐκεῖνον, πού φροντίζει τάς ψυχάς μας και διήνοιξεν εἰς ἡμᾶς αὐτὸν τὸν ἄριστον δρόμον, καὶ ἂς ὑποδέχεται μέ πολλὴν χαρὰν τὴν ἔλευσίν του. Ἄς ἑντρέπωνται οἱ ἐθνικοί, ἃς σκεπάζουν το πρόσωπόν των οἱ Ἱουδαίοι, βλέποντες ἡμᾶς νά χαιρετίζωμεν τήν ἔλευσιν τῆς νηστείας μέ εὔθυμον διάθεσιν, καὶ ἂς διδάσκωνται μέ τήν πείραν τῶν πραγμάτων, πόση είναι ή διαφορά μας από αυτούς. Καὶ ἐκεῖνοι μέν ἂς ὀνομάζουν ἑορτάς καί πανηγύρεις τήν μέθην καὶ ὅλην τὴν ἄλλην ακολασίαν καί τάς αἰσχράς πράξεις, τάς ὁποίας είναι φυσικόν να πράττουν αὐτοί ἕνεκα τούτου.
Η Εκκλησία όμως τοῦ Θεοῦ, ἀντίθετα πρός αὐτούς, ἂς ὀνομάζῃ ἑορτήν τήν νηστείαν, τήν περιφρόνησιν τῆς κοιλίας καί κάθε αρετήν, πού ἀκολουθεῖ αὐτήν. Διότι αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινή εορτή, ὅπου υπάρχει ή σωτηρία τῶν ψυχῶν, ὅπου ὑπάρχει εἰρήνη και ὁμόνοια, ὅπου ἔχει ἀπομακρυνθῆ κάθε κοσμική εκδήλωσις ὅπου αἱ κραυγαί και ὁ θόρυβος, αἱ περιποιήσεις τῶν μαγείρων καί αἱ σφαγαί τῶν ζώων ἔχουν ἐξοβελισθῆ· ἀπόλυτος δὲ ἠρεμία και γαλήνη καὶ ἀγάπη καί χαρά καί εἰρήνη καὶ πραότης καὶ ἄπειρα ἀγαθά ἐπικρατοῦν ἀντὶ ἐκείνων.
Ἐμπρός λοιπόν, παρακαλῶ, ἂς εἰπῶ ὀλίγα δι ̓ αὐτὴν πρὸς τὴν ἀγάπην σας, ἀφοῦ σᾶς παρακαλέσω προηγουμένως αὐτό, νά δεχθῆτε τα λόγια μου με πολλήν ήσυχίαν, διά νά ἐπιστρέψετε ἀπό ἐδῶ εἰς τὰ σπίτια σας, ἀφοῦ ὠφεληθῆτε σημαντικά. Διότι οὔτε συνήλθομεν ἐδῶ ἁπλῶς καί τυχαίως, διά νά ὁμιλήσῃ ὁ ἕνας καὶ νὰ ἐπικροτήσῃ ἁπλῶς τά λεγόμενα ὁ ἄλλος, και ἔτσι νὰ ἀναχωρήσωμεν ἀπὸ ἐδῶ ἀλλὰ διὰ νὰ εἰποῦμεν καὶ ἡμεῖς κάτι χρήσιμον καί οὐσιῶδες διά τήν σωτηρίαν, καί σεῖς, ἀφοῦ ὠφεληθῆτε ἀπό τά λεγόμενα καί κερδίσετε μεγάλην ὠφέλειαν, νά ἀναχωρήσετε ἔτσι ἀπὸ ἐδῶ.
Διότι ἡ Ἐκκλησία εἶναι πνευματικὸν ἰατρεῖον καί πρέπει ἐκεῖνοι, πού ἔρχονται ἐδῶ, ἀφοῦ λάβουν τα κατάλληλα φάρμακα καὶ τὰ ἐπιθέσουν εἰς τὰ ἰδικά των τραύματα, ἔτσι νὰ ἐπανέρχωνται.
Ὄτι βεβαίως μόνον ἡ ἀκρόασις χωρίς τήν ἐπίδειξιν μέ τά ἔργα δὲν θὰ ὠφελήσῃ καθόλου, ἄκουε τὸν μακάριον Παῦλον που λέγει «Διότι δίκαιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι οἱ ἀκροαταί τοῦ νόμου, ἀλλά ὅσοι ἐκτελοῦν τὸν νόμον, αὐτοί θά ἀναγνωρισθοῦν δίκαιοι».
Καὶ ὁ Χριστός δὲ ὁμιλῶν ἐνώπιον τοῦ λαοῦ ἔλεγε «Δὲν θὰ εἰσέλθῃ εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν καθένας που με προσφωνεῖ Κύριε, Κύριε, ἀλλὰ ἐκεῖνος πού ἐκτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Πατρός μου, ὁ ὁποῖος εἶναι εἰς τοὺς οὐρανούς».
Γνωρίζοντες λοιπόν, ἀγαπητοί, ὅτι δὲν θὰ μᾶς συμβῇ τίποτε περισσότερον ἀπό τήν ἀκρόασιν, ἐὰν δὲν θὰ ἀκολουθῇ καὶ ἡ ἐκπλήρωσις μὲ τὰ ἔργα, ἂς μή γινώμεθα μόνον ἀκροαταί, ἀλλὰ καὶ ἐκτελεσταί, διά νά γίνουν τὰ ἔργα, ὅταν ἀκολουθοῦν τά λόγια, θεμέλιον μεγάλης παρρησίας εἰς ἡμᾶς. ̓Αφοῦ ἀνοίξετε λοιπόν τάς ἀγκάλας τῆς διανοίας σας, ἔτσι να δεχθῆτε τὰ λόγια περὶ τῆς νηστείας.
Καὶ ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνοι ποὺ πρόκειται νὰ νυμφευθοῦν κάποιαν συνετὴν καὶ σεμνὴν ἐλευθέραν κόρην, ἀφοῦ στολίσουν ἀπὸ παντοῦ τὸν νυμφικόν θάλαμον μὲ παραπετάσματα, καὶ ἀφοῦ καθαρίσουν ολόκληρον τὸ σπίτι καὶ τὸ καταστήσουν ἄβατον εἰς ὅλας τὰς ἀτημελήτους ὑπηρετρίας, ἔτσι εἰσάγουν αὐτὴν εἰς τὸν νυμφικόν θάλαμον, κατὰ τὸν αὐτόν λοιπόν τρόπον θέλω καὶ σεῖς, ἀφοῦ καθαρίσετε τὴν σκέψιν σας καὶ ἀφοῦ ἐγκαταλείψετε τελείως τὰς ἀπολαύσεις καὶ τὴν ὑπόλοιπον απληστίαν, ἔτσι τὴν μητέρα ὅλων τῶν ἀγαθῶν καὶ τὸν διδάσκαλον τῆς σωφροσύνης καὶ κάθε ἄλλης ἀρετῆς, ἐννοῶ τὴν νηστείαν, μὲ ἀνοικτάς τὰς ἀγκάλας να ὑποδεχθῆτε, διά να απολαύσετε καὶ σεῖς περισσοτέραν εὐχαρίστησιν, καὶ αὐτὴ νὰ σᾶς χορηγήσῃ τὴν πρόσφορον καὶ κατάλληλον θεραπείαν.
Διότι ἐὰν οἱ ἱατροί, ὅταν πρόκειται να καθαρίσουν τὸ σαπισμένον καὶ μολυσμένον πύον, διατάσσουν νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὴν τροφὴν τοῦ σώματος, διὰ νὰ μὴ γίνῃ ἐμπόδιον εἰς τὴν δύναμιν τοῦ φαρμάκου, ἀλλὰ νὰ ἐνεργήσῃ καὶ νὰ παρουσιάσῃ τὸ ἰδικόν του ἔργον, πολύ περισσότερον πρέπει ἡμεῖς, ὅταν πρόκειται νὰ ὑποδεχθοῦμεν τὸ πνευματικόν αὐτὸ φάρμακον, τὴν ὠφέλειαν ἀπὸ τὴν νηστείαν, ἐννοῶ βέβαια τὸ φάρμακον τῆς διαίτης, να καθαρίσωμεν τὸν λογισμόν μας καὶ νὰ κάμωμεν ἐλαφροτέραν τὴν σκέψιν, διὰ νὰ μὴ μᾶς καταστήσῃ ἄχρηστον καὶ χωρὶς ἀποτέλεσμα τὴν ὠφέλειαν ἀπὸ αὐτήν, ὅταν πνιγῇ ἀπὸ τὴν μέθην.
Καὶ γνωρίζω μὲν ὅτι οἱ πολλοί παραξενεύονται ἀπὸ τὰ λόγια μου σήμερα. Ὄμως, παρακαλῶ, ἂς μὴ ὑπακούωμεν ἁπλῶς εἰς τὴν συνήθειαν, ἀλλὰ ἄς ρυθμίζωμεν μὲ σύνεσιν αὐτὰ ποὺ μᾶς ἀφοροῦν.
(Αγίου του Χρυσοστόμου, Απόσπασμα από την Ομιλία εις την Είσοδο της Μεγάλης Τεσαρακοστής, εκδ. ΕΠΕ, τόμος 2, σελ. 11-13)
2ο ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Σᾶς μακαρίζω, ἀγαπητοί, διὰ τὴν προθυμίαν μὲ τὴν ὁποίαν τρέχετε εἰς τὸν πατρικὸν οἶκον. Διότι ἀπὸ τὸν ζῆλον σας αὐτὸν ἠμπορῶ νὰ στηρίζωμαι καὶ εἰς τὴν ψυχικήν σας ὑγείαν, καθόσον εἶναι θαυμαστὸν ἰατρεῖον τὸ διδασκαλεῖον τῆς ἐκκλησίας· εἶναι ἰατρεῖον ὄχι τῶν σωμάτων, ἀλλὰ τῶν ψυχῶν. Διότι εἶναι πνευματικὸν καὶ θεραπεύει ὄχι σωματικὰ τραύματα, ἀλλὰ ἁμαρτήματα τῆς ψυχῆς· τὸ φάρμακον δὲ τῶν ἁμαρτημάτων καὶ τῶν τραυμάτων τούτων εἶναι ὁ λόγος. Το φάρμακον αὐτὸ δὲν κατασκευάζεται ἀπὸ βότανα τῆς γῆς, ἀλλὰ ἀπὸ λόγια που προέρχονται ἀπὸ τὸν οὐρανόν· δὲν τὸ κατεσκεύασαν χέρια ἰατρῶν, ἀλλὰ γλῶσσαι προφητῶν.
Διὰ τοῦτο εἶναι διαρκές, καὶ δὲν χάνει τὴν δύναμίν του, οὔτε μὲ τὴν πάροδον πολλῶν ἐτῶν, οὔτε ἀποδεικνύεται ἀνίσχυρον ἀπὸ τὴν δύναμιν τῶν νοσημάτων. Διότι τὰ μὲν φάρμακα τῶν ἰατρῶν ἔχουν καὶ τὰς δύο αὐτὰς ἀδυναμίας· καὶ ἐν ὅσῳ εἶναι καινούργια μᾶς φανερώνουν τὴν δύναμίν των, ὅταν ὅμως παρέλθῃ ἀρκετός χρόνος, ὅπως ἀκριβῶς τὰ σώματα ποὺ ἔχουν γεράσει, γίνονται ἀσθενέστερα πολλὲς φορὲς δὲ αὐτὰ τὰ ἀποδεικνύει ἀνίσχυρα ἡ σφοδρότης τῶν ἀσθενειῶν· ἄλλωστε εἶναι ἀνθρώπινα κατασκευάσματα. Τὸ θεῖον ὅμως φάρμακον δὲν εἶναι τέτοιο, ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη περάσῃ πολὺς χρόνος, διατηρεῖ ὅλην τὴν δύναμίν του.
Αφ' ὅτου λοιπὸν ἐγεννήθη ὁ Μωυσῆς (διότι ἀπὸ ἐκεῖνον ἀρχίζουν αἱ Γραφαί) ἐθεράπευσε τόσους ἀνθρώπους, καὶ δὲν ἔχασε την δύναμίν του, ἀλλὰ καὶ οὔτε ἀσθένεια ὑπερίσχυσε ποτὲ αὐτοῦ. Τὸ φάρμακον αὐτὸ δὲν τὸ παίρνει κανείς καταβάλλων χρήματα, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ θὰ ἐπιδείξῃ θέλησιν καὶ διάθεσιν γνησίαν, φεύγει ἀπὸ ἐδῶ ἀφοῦ τὸ λάβῃ ὅλον. Διὰ τοῦτο πλούσιοι καὶ φτωχοὶ καθ' ὅμοιον τρόπου δέχονται τὴν θεραπείαν αὐτήν. Διότι ἐκεῖ ποὺ εἶναι ἀναγκαῖον να πληρώσῃ κανείς χρήματα, ὁ μὲν εὔπορος ὠφελεῖται, ὁ δὲ πτωχὸς πολλάκις φεύγει χωρὶς νὰ ὠφεληθῇ, διότι δὲν ἀρκοῦν εἰς αὐτὸν τὰ χρήματα διὰ τὴν ἀπόκτησιν τοῦ φαρμάκου: Ἐδῶ δὲ ἐπειδὴ δὲν καταβάλλει κανείς χρήματα, ἀλλὰ πρέπει νὰ ἐπιδείξῃ πίστιν καὶ θέλησιν, αὐτὸς ποὺ καταβάλλει αὐτὰ μὲ προθυμίαν, αὐτὸς ὠφελεῖται πολύ περισσότερον, ἐπειδὴ εἶναι καὶ αὐτὰ τῆς ἰατρείας ὁ μισθός.
Καὶ ὁ πλούσιος καὶ ὁ πτωχὸς συμμετέχουν εἰς τὴν ὠφέλειαν καθ ̓ ὅμοιον τρόπον, μᾶλλον δὲ ὄχι καθ' ὅμοιον τρόπον, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς φεύγει ὁ πτωχὸς ἀφοῦ ἔχει ἀπολαύσει περισσότερα ἀπὸ τὸν πλούσιον. Διατί ἆρά γε; Διότι ὁ μὲν πλούσιος κατεχόμενος ἀπὸ πολλὰς φροντίδας καὶ ἔχων τὴν ὑπερηφάνειαν καὶ τὴν ἀλαζονείαν που προέρχεται ἀπὸ τὴν εὐπορίαν, ζῶν μὲ ἀδιαφορίαν καὶ νωθρότητα, δὲν δέχεται το φάρμακον που προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀκρόασιν τῶν Γραφῶν μὲ μεγάλον ζῆλον, οὔτε μὲ πολλὴν προθυμίαν· ὁ δὲ πτωχὸς ὁ ὁποῖος εἶναι ἀπηλλαγμένος ἀπὸ μαλθακότητα, πολυφαγίαν καὶ νωθρότητα, καὶ καταναλίσκει ὅλον τὸν χρόνον του εἰς χειρωνακτικὴν ἐργασίαν καὶ εἰς τοὺς δικαίους κόπους, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ συγκεντρώνει πολλὴν φιλοσοφίαν διὰ τὴν ψυχήν, γίνεται πιο προσεκτικὸς καὶ πιο δραστήριος καὶ προσέχει μὲ μεγαλυτέραν ἀκρίβειαν εἰς τὰ λεγόμενα· διὰ τοῦτο καὶ φεύγει ἀφοῦ ἔχει καρπωθῇ μεγαλυτέραν ὠφέλειαν, διότι ἔχει καταβάλει μεγαλύτερον τίμημα.
(Απόσπασμα από την ομιλία "ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΟΥΜΕΝ ΤΑ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΩΝ ΜΑΣ ΚΑΙ ΟΥΤΕ ΝΑ ΕΚΦΕΡΩΜΕΝ ΚΑΤΑΡΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΧΘΡΩΝ", εκδ. ΕΠΕ, τόμος 31, σελ. 251-253)
3ο ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Αμάρτησες; Ελα στὴν ἐκκλησία κι ἐξάλειψε τὴν ἁμαρτία σου. Όσες φορὲς κι ἂν πέσεις στην αγορά, τόσες φορές σηκώνεσαι· ἔτσι κάθε φορά πού θ' αμαρτήσεις, μετανόησε γιὰ τὴν ἁμαρτία σου μὴν ἀπελπισθεῖς· ἂν ἁμαρτήσεις για δεύτερη φορά, μετανόησε για δεύτερη φορὰ καὶ μὴ ἀπὸ ραθυμία χάσεις τελείως τὴν ἐλπίδα γιὰ τ' ἀγαθὰ ποὺ σοῦ ἐπιφυλάσσονται· κι ἂν ἀκόμα βρίσκεσαι σε βαθιὰ γηρατειά κι αμαρτήσεις, έλα στὴν ἐκκλησία καὶ μετανόησε: γιατὶ ἐδῶ εἶναι ἰατρεῖο κι ὄχι δικαστήριο, ποὺ δὲν ζητᾶ εὐθύνες ἁμαρτημάτων, ἀλλὰ παρέχει συγχώρηση αμαρτημάτων
(Απόσπασμα από την ομιλία "Γ΄ ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ, εκδ. ΕΠΕ, τόμος 30, σελ 153-155).
ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ
"Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΩΣ ΙΑΤΡΟΣ-Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΩΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου